λαβόνθ'

λαβόνθ'
λαβόντα , λαμβάνω
a
aor part act neut nom/voc/acc pl
λαβόντα , λαμβάνω
a
aor part act masc acc sg
λαβόντι , λαμβάνω
a
aor part act masc/neut dat sg
λαβόντε , λαμβάνω
a
aor part act masc/neut nom/voc/acc dual

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σχήμα — Χαρακτηρίζεται έτσι στα μαθηματικά κάθε υποσύνολο του επίπεδου είτε του συνηθισμένου χώρου. Έτσι οι καμπύλες (επίπεδες είτε όχι), οι επιφάνειες, τα στερεά του χώρου, τα μέρη του επίπεδου, που αποτελούν το εσωτερικό μιας απλής κλειστής καμπύλης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”